Η κοινωνιολογία ονομάζει "Κρίση" κάθε απότομη αρνητική μεταβολή ή παθολογικό παροξυσμό μιας ή και περισσότερων "σφαιρών" της Κοινωνίας, δηλ. Πολιτική, Οικονομική, Πολιτισμική, Θρησκευτική "σφαίρα", κλπ. Ανάλογα με την ένταση, το εύρος και την "παθολογία" της δεδομένης "σφαίρας", η Κρίση μεταφέρεται και στις υπόλοιπες, οι οποίες είτε "μολύνονται" κι αυτές είτε την απορροφούν διαδραστικά και συμβάλλουν στην διαλεκτική αποκατάσταση μιας ανανεωμένης ισορροπίας. Η Κρίση μέσα στην οποία στροβιλίζεται η Χώρα φαινομενικά μόνον ανήκει στην Οικονομική σφαίρα. Μπορούμε με ασφάλεια να πούμε ότι σήμερα ζούμε τις τραγικές οικονομικές επιπτώσεις μιας Κρίσης που αρχικά ξεκίνησε ως Πολιτισμική Κρίση, στη συνέχεια μεταδώθηκε και έγινε Πολιτική για να εκβάλλει τελικά στην Οικονομία με ολόκληρη την καταστρεπτική δυναμική της. Η ίδια η "Πλατεία", με την ποικιλομορφία απόψεων και στάσεων, εκφράζει και σήμερα, εν αγνοία της, αυτή την ιδιότυπη Πολιτισμική Κρίση.
Αυτή η Κρίση προέκυψε όταν, από το 1979 και μετά, η πολιτική ηγεσία προέκρινε, ως Στρατηγική Επιλογή της Χώρας, την ενεργή ενσωμάτωσή της στους αναδυόμενους Ευρωπαϊκούς θεσμούς. Δεν εξετάζουμε σήμερα εδώ την ορθότητα ή μη της απόφασης αυτής. Εξετάζουμε μόνον την Κρίση Ταυτότητας που προέκυψε από αυτή την Επιλογή. Υπήρχε και πρίν το '79 ένας γενικότερος Ευρωπαϊκός προσανατολισμός, αλλά δεν ήταν δεσμευτικός, με την έννοια των συγκεκριμένων και αυστηρά οριοθετημένων θεσμικών και οικονομικο- γραφειοκρατικών δεσμεύσεων. Από την τυπική είσοδό μας στην τότε ΕΟΚ οι δεσμεύσεις ολοένα και περισσότερο αυξάνονταν. Η κρίση ήδη συμβολίστηκε στο πολιτικό επίπεδο αφετηριακά - με την αποχή της Αντιπολίτευσης από την Τελετή Εισόδου που έγινε στο Ζάππειο. Ωστόσο έγινε Κρίση Ταυτότητας όταν η πριν Αντιπολίτευση έγινε Κυβέρνηση το 1981 και δεν αποσύρθηκε, όπως είχε προαναγγείλει, από την Ευρώπη. Επιβεβαίωσε δηλ - αν και με μισόλογα - την Ευρωπαϊκή Επιλογή.
Λογικά αυτή η "Επιλογή" θα έπρεπε να υπηρετηθεί από μια εσωτερική Πολιτισμική Ανατροπή, κατά την οποία θα έπρεπε να απεμποληθούν, σχεδόν βίαια ή τουλάχιστον να ανταχθούν σταδιακά και μεθοδικά, σε κάθε έκφανση της κοινωνικής ζωής, οι προαστικές και πατριαρχικές νοοτροπίες του παρελθόντος, οι επαρχιώτικοι νεποτισμοί, να εκριζωθεί ο βαλκάνιος ωχαδερφισμός, να καλλιεργηθεί ένα εργασιακό και επιχειρηματικό ήθος αντίστοιχο των (Βορειο)-Ευρωπαϊκών Κοινωνιών, να προωθηθεί , μέσω της εκπαίδευσης, η έφεση προς μεθοδικότητα και την οργανωτική αποτελεσματικότητα, για να δωθεί ένα τέλος στην νοοτροπία του "άρπα-κόλλα". Γιατί και σήμερα - όπως και χθές - οι Έλληνες είναι οι σκληρότερα εργαζόμενοι της Ευρώπης με το μικρότερο δείκτη αποτελέσματος. Ασφαλώς το παραγωγικό και οργανωτικό χάσμα και η συναφής νοοτροπία που μας χωρίζει από την Βόρεια Ευρώπη ήταν και παραμένει τεράστιο. Σχεδιαστές και εφαρμοστές αυτής της Πολιτισμικής Ανατροπής θα έπρεπε φυσικά να είναι οι Ελίτ της Χώρας. Ωστόσο, αντί της όποιας στρατευμένης προσπάθειας για να γεφυρωθεί το συγκεκριμένο χάσμα, αυτές ακολούθησαν, για να μιλήσουμε επιεικώς, την "αντι-στράτευση".
Τούτη η αναγκαία Πολιτισμική Ανατροπή δεν ήταν εύκολη. Τουλάχιστον για την σφύζουσα Κοινωνία. Όταν άρχισαν να ανακαλύπτονται οι δύσκολες "απαιτήσεις" της Ευρωπαϊκής ενσωμάτωσης η Ελληνική κοινωνία απέστρεψε το ενδιαφέρον της από τον λεγόμενο "εκμοντερνισμό" και τον ιδιότυπο ασκητισμό που συνεπάγονταν. Ενώ πριν ο "εξευρωπαϊσμός" θεωρούνταν μια θετική πρακτική και ιδεολογία προς την οποία ευχαρίστως έσπευδαν τα πλέον δυναμικά στοιχεία της Κοινωνίας, τώρα, δηλαδή γύρω στο '85, του γυρίζουν την πλάτη - για να διατηρήσουν βέβαια απ' αυτόν μόνον (και μιμητικά) την καταναλωτική πτυχή του. Και εδώ ακριβώς αναδύεται η μεταδικτατορική "Κρίση ταυτότητας". Αυτή εκδηλώνεται μ' ένα σύμφυρμα λαϊκής ιδεολογίας που συνοψίσθηκε στη λέξη "Ελληνάρας". Κάτω από αυτή τη λέξη στεγάστηκαν σταδιακά, εκούσια ή ακούσια, οι πιό ετερόκλητες συμπεριφορές και απόψεις - από το μυγιάγγιχτο εθνικιστή που βλέπει παντού απειλές ως το ατομιστή ρέμπελο, τον επιδειξία νεόπλουτο με "το πρώτο τραπέζι πίστα", τον λαδωματία υπάλληλο ή τον φοροκλέπτη επιχειρηματία, αρειμάνιες συμπεριφορές του υπόκοσμου, τον ψευτοκαπάτσο με τα "μέσα" που "πάντα την κάνει, ρε", τον αγενή θρασύ(δειλο), γνωστό ως "τσαμπουκά" ή ακόμα ως τις καθόλου ευκαταφρόνητες πνευματικές συμβολές, π.χ. ενός Ζουράρη ή ενός Χ. Γιανναρά που επιμένουν σε μια "ελληνική ιδιο-τροπία και ιδιοσυστασία", κληρονομημένη από το κλασσικό και χριστιανικό παρελθόν του πολιτισμού μας. Απέναντι σ΄αυτές τις ετερογενείς και, φυσικά, ετεροβαρείς οριακότητες, συνοψίζεται ένας "μέσος όρος" που "επιμένει Ελληνικά". Αρνείται δηλαδή ενεργητικά να εναρμονισθεί στοιχειωδώς με τους όρους και τις αναγκαιότητες που προκύπτουν απο την Ευρωπαϊκή Ένταξη, τουλάχιστον στο επίπεδο της Οικονομίας και της Κρατικής Μηχανής. Τα "βαρίδια" του παρελθόντος, δηλαδή η αδρανειακή δυναμική τους ήταν φυσικά μεγάλη, αλλά όχι ανυπέρβλητη. Ωστόσο έλλειψε στη συγκεκριμένη συγκαιρία τόσο ο κυρίαρχος "ταξικός" φορέας αυτής της Πολιτισμικής Ανατροπής όσο και η εμπνευσμένη (δηλαδή, στρατευμένη) Ηγεσία.
Κοινωνικός φορέας μιας τέτοιας Πολιτισμικής Ανατροπής δεν θα μπορούσε να είναι φυσικά μια "αστική τάξη" - τέτοια ουδέποτε υπήρξε στη Ελλάδα ως γνήσιο κοινωνικό μόρφωμα αντίστοιχο με το (προπολεμικό) Ευρωπαϊκό. Άλλωστε και το μεταπολεμικό Ευρωπαϊκό Οικοδόμημα επιχειρήθηκε ασφαλώς πάνω σε ένα δεδομένο πολιτισμικό ήθος και έθος, αλλά αποφασίσθηκε και εκτελέσθηκε από εμπνευσμένες ευρωπαϊκές Ελίτ που δεν συγκροτούσαν Τάξη (με την κοινωνιολογική έννοια του όρου). Εξάλλου η Ελλάδα, ήδη από τις δεκαετίες του '50 και '60, είχε διαμορφωθεί ως μια κοινωνία μικροϊδιοκτητών-μικροαστών. Από αυτή τη κοινωνική τάξη έλλειπαν τόσο το πνευματικά ερεθίσματα όσο και οι ευρωπαϊκές εμπειρίες που θα τις επέτρεπαν να ενστερνισθεί μια τέτοια Πολιτισμική Ανατροπή. Αντίθετα μάλιστα, τα πνευματικά και υλικά της συμφέροντα συγκρούονταν με αυτή. Γι' αυτό και αναπόφευκτα ο "Ελληνάρας" στρατολογήθηκε από την τάξη αυτή. Θιασώτης και ενεργός προαγωγός αυτής της Πολιτισμικής Ανατροπής θα μπορούσε ωστόσο να είναι μια επιχειρηματική και πνευματική "τάξη" ή έστω "ομάδα", η οποία ήδη διέθετε εν πολλοίς ή/και την ευρωπαϊκή εμπειρία ή/και τα αντίστοιχα πνευματικά ερεθίσματα. Ωστόσο αυτή η (δυαδική) "ομάδα" σύντομα διαπλέχθηκε με την πολιτική εξουσία και τον εύκολο πλουτισμό ή την ανέλεξη που αυτή της προικοδοτούσε αφειδώλευτα. Το νέο έθος και ήθος, που θα μπορούσε να καλλιεργηθεί σταδιακά τουλάχιστον στα Ανώτατα Πνευματικά Ιδρυματα της Χώρας, έμεινε νωρίς και χωρίς υψηλά πρότυπα και δίχως ενθαρρύνοντες θεσμούς. Αυτά τα ίδια τα Ιδρύματα, παρά τις όποιες υπαρκτές νησίδες "αθωότητας", κατέληξαν σύντομα ως πρότυπα της ελάσσονος προσπάθειας, του κομματικού νεποτισμού και της ευνοιοκρατίας, της εύκολης και ακοπίαστης ανέλιξης. Ανάλογα, η επιχειρηματική ομάδα της χώρας γρήγορα εγκολπώθηκε την τακτική της διαπλοκής και αντί να προωθήσει μια ενεργητική εκβιομηχάνηση της Χώρας επιδώθηκε στις εύκολες (δηλαδή ύποπτες) "μπίζνες" των δημόσιων έργων ή - στην καλύτερη περίπτωση - στις επιχειρήσεις Υπηρεσιών όπου προάγεται αναγκαστικά το χαλαρό, "ανθρώπινο", "ηθελημένα ανέμελο" έθος και ήθος . Εδώ θα πρέπει να αντιστίξουμε το ρόλο του Εργοστασίου στην ανάπτυξη ενός οργανωτικού-αποδοτικού έθους στα ευρύτερα στρώματα της Κοινωνίας, καθώς η αλυσίδα παραγωγής εργάζεται πάνω σε ορατή οργάνωση, υπολογισμένα μεγέθη και αυστηρά μετρήσιμα αποτελέσματα.
Μιά στρατευμένη Πολιτική Ηγεσία (δηλαδή: εμπνευσμένη από την Στρατηγική Επιλογή της Χώρας) θα μπορούσε, με στοχευμένες και μεθοδικά εκδιπλούμενες θεσμικές παρεμβάσεις, να προωθήσει σε ικανοποιητικό βαθμό αυτήν την Πολιτισμική Ανατροπή. Αρχικά στην Παιδεία του Νηπιαγωγίου και του Δημοτικού Σχολείου, κοκ. Στην Οικονομία, όπου θα έπρεπε έγκαιρα να ισοζυγιάσει τις παραγωγικές προτεραιότητες και τα κονδύλια μεταξύ Βιομηχανικής δραστηριότητας και Υπηρεσιών (τουρισμού, κλπ), και να (προ)υπολογίσει ακόμα και το Πολιτισμικό Αποτέλεσμα για το οποίο κάναμε λόγο προηγουμένως. Το ίδιο και στην Αγροτική Καλλιέργεια όπου αγροτικές επιχειρήσεις εντάσεως εργασίας και αποτελέσματος ήταν εφικτές, παρά την εγγενή συντηρητικότητα της Αγροτικής Τάξης. Αντί όλων αυτών, η Πολιτική Ομάδα της Χώρας, αναλωμένη μέσα στους μικροκομματικούς καυγάδες και στο διαγκωνισμό της για Πολιτική Πελατεία, Διαπλοκή και Διαφθορά, ουδέποτε στοχάσθηκε μεθοδικά τόσο το Πολιτισμικό όσο και το Οικονομικο-Γραφειοκρατικό στοίχημα που έπρεπε να κερδιθεί έγκαιρα από (και για) την Ευρωπαϊκή Επιλογή. Ξεχνούσε ακόμα και τη γεωπολιτική πίεση κάτω από την οποία έγινε τελικά αυτή η Στρατηγική Επιλογή της Χώρας - πίεση για την οποία θα μιλήσουμε σε επόμενη ανάρτηση.
Η Διαπλοκή και η Διαφθορά γρήγορα έγιναν εξόφθαλμες και υπονόμευσαν το κύρος της Πολιτικής. Διασώθηκε ακριβώς όσο μπορούσε να ικανοποιεί μαζικά τις κομματικές πελατείες - αφ' ενός προάγοντας συνειδητά τη φοροκλοπή και αφ΄ετέρου με δάνεια που εξασφάλιζαν τους μαζικούς διορισμούς. Σήμερα διεκδικεί έναν σεβασμό που τον έχασε πολύ νωρίς και απόλυτα δικαιολογημένα. Γιατί οι Πολιτικοί από Ηγέτες, δηλαδή στρατευμένοι οραματιστές και μπροστάρηδες, κατέληξαν ηθικά κατακάθια. Γενικότερα, η Πολιτική, Οικονομική και Πνευματική Ελίτ της Χώρας γρήγορα ταυτίστηκε με τις πλέον αρνητικές εκδοχές του "Ελληνάρα" ή μάλλον έγινε το ενσαρκωμένο πρότυπό του. Χθές ακόμα τους βλέπαμε στη Βουλή να θέλουν να " καθαρίσουν" με μπουνιές...
Παρά την αναγκαστικά θορυβώδη καθημερινότητα, την αγωνία της επιβίωσης-μέσα-στην-κρίση, ουσιαστικά η Ελληνική Κοινωνία, χωρίς να το κατανοεί άμεσα, θέτει διαρκώς και καθημερινά το ζήτημα του διχασμού της Ταυτότητάς της. Η "Πλατεία", που αποτελεί μια από τις ζωντανές εκδοχές της, ακόμα δεν έχει αποφασίσει ξεκάθαρα και οριστικά το είδος της "Ταυτότητας" που θέλει. Δίπλα στον "Ελληνάρα" ή τον συνειδητό Αντιευρωπαϊστή, συνυπάρχει ο άδολος και αγνός Πατριώτης, ο απογοητευμένος Διαπλεκόμενος, ο Φοροφυγάς, ο κομματικά εγκάθετος και ο ειλικρινής Ευρωπαϊστής που ασφαλώς δεν θέλει μια Ευρώπη των Τραπεζών αλλά των Λαών. Η σχετική "απόφαση" φυσικά θα ληφθεί σχετικά σύντομα, είτε από εμάς τους ίδιους είτε από τους " Ευρωπαίους" (αυτούς δηλ που σήμερα κυριαρχούν οικονομικά) . Αλλά όποια κι αν είναι η απόφαση δεν θα είναι ανώδυνη. Και θα είναι Ιστορική, δηλ. θα αφήσει μόνιμα σημάδια στο κορμί της Ελλάδας ή και αθεράπευτες πληγές.
Post Scriptum.
(1) Ασφαλώς εδώ θέσαμε το ζήτημα της "Ταυτότητας" με πολύ περιορισμένους και γενικευμένους όρους, σχεδόν ως καρικατούρα . Αυτό έγινε για να υπηρετηθούν κυρίως οι ανάγκες των συνειρμών με τα επίκαιρα γεγονότα και πρόσφατες μνήμες.
(2) Το πρόβλημα της Πολιτισμικής Ταυτότητας μολονότι συχνά τίθεται στο συμβολικό επίπεδο, έχει ευθείες, άμεσες επιπτώσεις σε συμπεριφορές και ριζωμένες πρακτικές. Τα 400 χρόνια σκλαβιάς για παράδειγμα, και μάλιστα μετά απο 190 χρόνια Ανεξαρτησίας, ακόμα διαμορφώνουν τη φορολογική μας συμπεριφορά - ως Ραγιά που (φορο)κλέπτει τον Πασά, αν και από έναν ....πολύ ανεκτικό Πασά.